Ο Μπέκετ δανείστηκε τον τίτλο από ένα μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ και δημιούργησε κάτι εντελώς διαφορετικό, ένα έργο απαισιόδοξο που ενοχλεί και κλονίζει τον αναγνώστη, ποιητικό και γκροτέσκο συνάμα. Ο αναγνώστης δέχεται απανωτά χτυπήματα, περνάει από το χαμόγελο στο μορφασμό με μία μόνο φράση, με φόντο το παράλογο.
Στον “Πρώτο έρωτα” ένας άνδρας αναπολεί τη νιότη του με αφορμή την επίσκεψή του στον τάφο του πατέρα του και αφηγείται πώς γνώρισε μια γυναίκα σ’ένα παγκάκι και τη θυελλώδη σχέση τους.
“Βάλθηκα να παίζω με τις κραυγές όπως περίπου είχα παίξει με το τραγούδι, προχωρώντας, σταματώντας, προχωρώντας, σταματώντας, αν μπορεί κανείς να το πει αυτό παιχνίδι. Όσο προχωρούσα δεν τις άκουγα, χάρη στο θόρυβο των βημάτων μου. Αλλά μόλις σταματούσα τις άκουγα ξανά, σίγουρα κάθε φορά πιο χαμηλές, αλλά τί κι αν μια κραυγή είναι χαμηλή ή δυνατή; Αυτό που χρειάζεται είναι να σταματήσει. Για χρόνια πίστευα πως θα σταματούσαν. Τώρα πια δεν το πιστεύω. Θα μου χρειάζονταν κι άλλοι έρωτες, ίσως. Αλλά τον έρωτα δεν τον παραγγέλνει κανείς”.
Αυτός ο γλυκόπικρος μονόλογος είναι από τα πρώτα κείμενα που έγραψε ο συγγραφέας στα γαλλικά, το 1945.
Τα έργα του Μπέκετ στοιχειοθετούν τη φιλοσοφία της άρνησης μέσα από χαρακτήρες που βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανούσια και παράλογη ύπαρξή τους χωρίς την παρηγοριά της θρησκείας, του μύθου ή των φιλοσοφικών δογμάτων. Κυρίως τα διηγήματά του, που συχνά τα περιγράφουν ως αποσπάσματα παρά ως ιστορίες, μαρτυρούν τον λιτό τρόπο που χρησιμοποιεί τη γλώσσα και την οικονομία της έκφρασης, και το πόσο έντονα ζωγραφίζει τις εικόνες της αποξένωσης και του παραλόγου για να παρουσιάσει αλήθειες αδέσμευτες από κάθε λεκτικό καλλωπισμό.
Samuel Beckett (Συγγραφέας)
Ο Σάμουελ Μπέκετ γεννήθηκε στο Φόξροκ της Ιρλανδίας, κοντά στο Δουβλίνο, στις 13 Απριλίου 1906. Σπούδασε γαλλική και ιταλική φιλολογία στο Κολέγιο Τρίνιτυ του Δουβλίνου. Το 1928 γνώρισε στο Παρίσι τον Τζέιμς Τζόυς, του οποίου υπήρξε έκτοτε στενός φίλος και γραμματέας. Το 1937 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Γαλλία, όπου και έζησε ως το τέλος της ζωής του. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του γραπτού λόγου: ποίηση, δοκίμιο, μυθιστόρημα, θέατρο. Από τα σημαντικότερα πεζά του: η τριλογία “Μολλόυ”, “Ο Μαλόν πεθαίνει”, “Ο ακατανόμαστος”· “Πρώτος έρωτας”· “Φαντασία νεκρή φαντάσου”· “Ο ερημωτής”. Το 1952 γίνεται ευρύτερα γνωστός με το πρώτο του παιγμένο και δημοσιευμένο θεατρικό έργο, το “Περιμένοντας τον Γκοντό”. Ακολούθησαν: “Τέλος του παιχνιδιού”, “Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ”, “Ευτυχισμένες μέρες”, “Θέατρο”, και πολλά άλλα σύντομα έργα. Το 1969 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε στο Παρίσι στις 22 Δεκεμβρίου 1989.
Αχιλλέας Αλεξάνδρου (Μεταφραστής)