Πολιτικοί που είπαν κατά συρροή ψέματα, προκειμένου να νικήσουν τον αντίπαλο, να κατασκευάσουν την κοινωνική συναίνεση και να διατηρήσουν υψηλά το ηθικό της ημέτερης πλευράς. Μεγαλοϊδιοκτήτες Μέσων που βρήκαν ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν. Γνωστοί δημοσιογράφοι στην υπηρεσία της προπαγάνδας. Στρατιώτες που δήθεν έτρωγαν παιδιά. Σκηνοθετημένες βυθίσεις πλοίων, που παρουσιάστηκαν ως αληθινές. Βραβευμένες φωτογραφίες πολέμου που ήταν στημένες. Γραφεία δημοσίων σχέσεων που πρόσφεραν δωρεάν «έγκυρα» ρεπορτάζ. Διεθνή Μέσα που αποσιώπησαν εγκλήματα πολέμου, και άλλα που με τις αποκαλύψεις τους άλλαξαν τη ροή ένοπλων συγκρούσεων. Έγκριτες εφημερίδες που αναπαρήγαγαν τα στερεότυπα της προπαγάνδας και τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, χωρίς να ερευνούν την αξιοπιστία τους. Δημοσιογράφοι που έστησαν μάχες. Πολεμικοί ανταποκριτές που ντύνονταν στο χακί και έπεσαν θύματα παραπληροφόρησης. Αλλά και δημοσιογράφοι που αναζήτησαν την αλήθεια και γι’ αυτό διώχθηκαν ή και δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ.
Είναι και αυτά κομμάτια του παζλ στα όρια της ζωής και του θανάτου που συνθέτει την ιστορία των σχέσεων ΜΜΕ και ένοπλων συγκρούσεων.
Η αλήθεια είναι το πρώτο θύμα του πολέμου. Δεν αρέσει στις πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες. Τα Μέσα υποτάσσονται συνήθως στους σχεδιασμούς τους και οι πολεμικοί ανταποκριτές, αυτοί που πρώτοι επιχειρούν να καταγράψουν κομμάτια της ιστορίας σε πραγματικό χρόνο, βρίσκονται στο στόχαστρο. Σε μια εποχή που το κέντρο βάρους στις ένοπλες συγκρούσεις έχει μετατοπιστεί από την ισχύ των όπλων στη δύναμη των πληροφοριών, η ενημέρωση, παρά τις απευθείας συνδέσεις, είναι φτωχή, αποστειρωμένη. Ο λόγος της προπαγάνδας θεωρείται ολοένα και περισσότερο η μία και μοναδική αλήθεια.
Γραμμένο από τη σκοπιά ενός δημοσιογράφου που για 30 χρόνια κάλυψε πολέμους σε Λατινική Αμερική, Βαλκάνια, Μέση Ανατολή και Ασία, το Η αλήθεια βομβαρδίζεται, σκιαγραφεί τον ρόλο των ισχυρών ειδησεογραφικών οργανισμών και των πολεμικών ανταποκριτών στην κάλυψη ένοπλων συγκρούσεων. Είναι μια βιωματική αφήγηση με έντονη αναστοχαστική διάθεση, η οποία εφαρμόζει για πρώτη φορά στην επιστήμη της επικοινωνίας τη μέθοδο της αυτοεθνογραφίας και παράλληλα το αποτέλεσμα μιας πολύχρονης ερευνητικής προσπάθειας να καταγραφούν τα fake news, η προπαγάνδα και η λογοκρισία στους μεγαλύτερους πολέμους που συγκλόνισαν τον κόσμο από τον 19ο έως τον 21ο αιώνα.
Παύλος Νεράντζης (Συγγραφέας)
Ο Παύλος Νεράντζης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στη Μπολόνια ηλεκτρονικός μηχανικός και παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Ουρμπίνο. Δίδαξε στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου και είναι υποψήφιος διδάκτωρ. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του διαδρομή στην Ιταλία ως απεσταλμένος σε εμπόλεμες περιοχές από τις αρχές του ΄80 και σε συνόδους κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 1979 είναι ανταποκριτής στην Ελλάδα της ιταλικής εφημερίδας “Il Manifesto”. Εργάστηκε σε πολλές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας και σε περιοδικά. Διετέλεσε διευθυντής ειδήσεων της ΕΤ3 (1996-2000) και μέχρι το 2007 παρουσίαζε τη σειρά ντοκιμαντέρ “Mixer”. Το 2004 βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Α. Μπότση. Συμμετείχε ενεργά στα πρώτα βήματα της μη κρατικής ραδιοφωνίας. Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας Θράκης (ΕΣΗΕΜΘ) και τακτικό μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου (FPA).