Ίων
€13.00 €11.70
Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Βάρος | 0.280 kg |
---|---|
Σελίδες |
185 |
Εκδότης | |
Έτος κυκλοφορίας | |
Συγγραφέας |
Ευριπίδης (Συγγραφέας)
Ο Ευριπίδης (485 π.Χ. – 406 π.Χ.), υπήρξε τραγικός ποιητής και ένας από τους τρεις μεγάλους διδάσκαλους του αττικού δράματος στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Καταγόμενος από τη Φλύα, δήμο της Κεκρωπίας (σημ. Χαλάνδρι), λέγεται ότι γεννήθηκε στη Σαλαμίνα την ημέρα της ναυμαχίας, όταν ο Αισχύλος αγωνιζόταν ως πρόμαχος άνδρας, ο δε Σοφοκλής ως έφηβος που έσερνε το χορό των επί το τρόπαιο επινικίων. Το γένος του ποιητή δεν ήταν επιφανές, όπως των άλλων τραγικών. Γονείς του φέρονται ο Μνήσαρχος και η Κλειτώ, την οποία ο Αριστοφάνης σκώπτει ως λαχανοπώλη (Αχαρν. 480, Ιππ. 19). Ο Ευριπίδης έζησε τα νιάτα του σε εποχή ακμάζουσα, το χρυσό αιώνα του Περικλέους, αλλά γέρασε στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, όπου έχασε έναν από τους γιους του. Το έργο των σοφιστών και γενικότερα οι νέες ιδέες και τα καινούρια προβλήματα, συνυπάρχουν στα έργα του Ευριπίδη, αντικατοπτρίζοντας την αμφισβήτηση και τις πνευματικές έριδες της εποχής του. Κατά τον Φιλόχορο ο ποιητής έτυχε επιμελημένης αγωγής, σε συμμετοχή του σε εορτές του δήμου του, έγινε πυρφόρος του εκεί λατρευομένου Ζωστηρίου Απόλλωνα σε δε αγώνες έλαβε μέρος στο παγκράτιο και στην πυγμήν όπου και νίκησε ακόμη και στους Παναθήναιους γυμνικούς αγώνες. Γρήγορα όμως απαρνήθηκε τον αθλητισμό και μίσησε τους αθλητές διότι κατά τον ίδιο: “κακών γαρ μυρίων όντων καθ΄ Ελλάδα, ουδέν κάκιον έστιν αθλητών γένος” (Αποσπ.284) (το κακό είναι τεράστιο στην Ελλάδα, τίποτα πιο κακό όμως δεν υπάρχει από το γένος των αθλητών).
Ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική, τα δε έργα του παρουσιάσθηκαν στα Μέγαρα, την δε επ’ αυτού ιδιοφυΐα μαρτυρούν και πλείστες εικόνες στις τραγωδίες του. Για λίγο ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία και την ποίηση, αλλά και τη μουσική. Ήταν πρωτοφανής η αγάπη του για τη θάλασσα, η οποία σφράγισε οριστικώς και το όλο έργο του Ευριπίδη. Ο Ευριπίδης ήταν τύπος αντικοινωνικός (είχε ελάχιστους φίλους), εσωστρεφής, μελαγχολικός και δυσπρόσιτος ,δεν ενδιαφέρθηκε για τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του, ενώ αντιθέτως ασχολήθηκε ενεργά με το πνευματικό κίνημα του διαφωτισμού. Υπήρξε ακουστής (ακροατής) του Αναξαγόρα, Προδίκου, Πρωταγόρα (με τον οποίο κράτησε τις στενότερες σχέσεις) αλλά και του Σωκράτη με τον οποίο διατηρούσε μακρά φιλία. Θαυμαστής των φιλοσόφων Δημόκριτου και Ηράκλειτου διότι δεν ήταν μόνο μελετηρός αλλά διέθετε μια από τις πιο πλούσιες βιβλιοθήκες (Αθην.Ι,3). Αν και ήταν ιδιαίτερα ανοιχτός στην επίδραση της πνευματικής Αθήνας, εντούτοις διατήρησε την πνευματική του ακεραιότητα, διατυπώνοντας συχνά στις πνευματικές αντιλήψεις της εποχής του διάφορες επικρίσεις.
Με την πολιτική δεν ασχολήθηκε όπως οι άλλοι τραγικοί αλλά τη δική του θέση, γνώμη και θεωρία τις παρουσίαζε μέσα από τα έργα του κρίνοντας την άκρατη οχλοκρατία αλλά και κατακρίνοντας με σφοδρότητα τους δημαγωγούς που με ιταμότητα παρέσερναν στον όλεθρο τα πλήθη ενώ στην μεσαία τάξη των πολιτών αναγνώριζε τους σωτήρες της πόλης και φύλακες της τάξης:
“Τριών δε μοιρών η εν μέσω σώζει πόλεις, κόσμον φυλάττουσ΄ όντιν αν τάξη πόλις” (Ικετ.244-247). Αλλά και η φιλοπατρία του ποιητή είναι φλογερή και ενθουσιώδης, όπως φαίνεται στα έργα του, που δεν διστάζει να καυτηριάσει τους νικητές του Πελοποννησιακού πολέμου τους Λακεδαιμονίους για τους οποίους λέγει: “Ώ πάσιν ανθρώποισιν έχθιστοι βροτώνΣπάρτης ένοικοι, δόλια βουλευτήρια,ψευδών άνακτες, μηχανορράφοι κακώνελικτά κουδέν υγιές, αλλά παν πέριξ φρονούντεςαδίκως ευτυχείτ΄ αν Ελλάδα” (Ανδρομ. 444 κ.εξ).(Μισιτότεροι από όλους τους ανθρώπους, κάτοικοι της Σπάρτης, δόλιοι στη σκέψη, βασιλιάδες στο ψέμα, μηχανορράφοι των κακών, που δεν σκέφτεστε τίποτα τίμια και στα ίσα, αλλά πάντα το φέρνετε γύρω-γύρω, είναι αδικία να ευτυχείτε εσείς στην Ελλάδα)Ήταν σύγχρονος των σοφιστών και γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε πολλές από τις απόψεις τους είτε δεν τις δεχόταν είτε τις παραποιούσε σύμφωνα με την δική του σκέψη. Ο Ευριπίδης με τις τραγωδίες του προβληματίζει τους πάντες ακόμη και σήμερα. Η τραγωδία του “Ελένη” παρουσιάζει στοιχεία πρωτοφανή για την εποχή εκείνη καθώς ο Ευριπίδης δίνει λόγο σε ρόλους ως τότε “βουβούς”, όπως στο ρόλο του δούλου. Αρκετές φορές μέσα από τα έργα του αμφισβητεί τα πάντα, ακόμη και την ύπαρξη των Θεών, χωρίς ωστόσο να είναι άθεος.Ιδιωτικός βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο ιδιωτικός βίος του ποιητή δεν ήταν ευτυχής. Τη πρώτη του γυναίκα την Χοιρίνη την απέπεμψε για ακολασία. Η δεύτερη η Μελιτώ, υπήρξε πιο ακόλαστη απ τη πρώτη και τον εγκατέλειψε. Από την πρώτη απέκτησε τρεις γιους τον Μνησαρχίδη (έμπορος), τον Μνησίλοχο (έγινε υποκριτής) και τον Ευριπίδη τον νεότερο που δίδαξε (ανέβασε και παίχθηκαν) δράματα του πατέρα του μετά τον θάνατο εκείνου. Αναφέρεται και τέταρτος γιος[1][2][3][4], ο Ξενοφών, που σκοτώθηκε το 428 π.Χ., τη χρονιά που ο Ευριπίδης κέρδιζε διάκριση για τον Ιππόλυτο.Η δύση Ο Ευριπίδης το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του το πέρασε στην Αθήνα αλλά τα τελευταία χρόνια, τα έζησε στη Μακεδονία, προσκεκλημένος στην βασιλική αυλή στη Πέλλα από τον ίδιο τον φιλόμουσο Βασιλιά τον Αρχέλαο που συνήθιζε να καλεί μεγάλους καλλιτέχνες προκειμένου να λαμπρύνει αλλά και να αναπτύξει στη χώρα του καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Εκεί ο ποιητής μετά ολιγόχρονη παραμονή στη Μαγνησία όπου τιμήθηκε τα μέγιστα (μέχρι προξενίας και ατέλειας), έγινε δέκτης επίσης μεγάλων τιμών από τον ίδιο τον Βασιλιά. Έγραψε το δράμα με τον τίτλο «Αρχέλαος» στο οποίο εγκωμίαζε τον Βασιλιά καθώς και το έργο «Βάκχαι» που όμως δεν αξιώθηκε να το παρουσιάσει αλλά ούτε και την πατρίδα του να ξαναδεί λόγω του πρόωρου θανάτου του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία υπέκυψε σα τραύματα που του προκάλεσαν άγρια σκυλιά. Ο Αρχέλαος πένθησε και του ανήγειρε μεγαλοπρεπή τάφο που αργότερα έγινε τόπος προσκυνήματος των θαυμαστών του.Αλλά και οι Αθηναίοι, όταν έμαθαν το θάνατό του πένθησαν. Ο δε Σοφοκλής παρουσιάσθηκε με μαύρο χιτώνα και εισήγαγε αστεφάνωτους(λόγω του θανάτου του Ευριπίδη) τους υποκριτές και τον χορό κατά την είσοδό τους στο Θέατρο. Μετά την άρνηση του Μακεδόνα Βασιλιά να τους παραδώσει τα οστά του Ευριπίδη, εκείνοι ανήγειραν μέγα κενοτάφιο στην άγουσα προς Πειραιά οδό (Παυς. 1,2,2) με το υπό Θουκυδίδη επίγραμμα: Μνήμα μεν Ελλάς άπασ΄ Ευριπίδου. οστέα δ΄ ίσχειγή Μακεδών. η γαρ δέξατο τέρμα βίοο.πατρίς δ΄ Ελλάδος Ελλάς, Αθήναι. Πλείστα δε Μούσα:τέρψας εκ πολλών και τον έπαινον έχει (Μνήμα όλη η Ελλάδα για τον Ευριπίδη, κι ας είναι τα κόκαλά του στη Μακεδονία, αφού αυτή δέχτηκε το τέλος της ζωή του, πατρίδα του είναι η Αθήνα, η Ελλάς της Ελλάδος) Κατόπιν οι Αθηναίοι με πρόταση του ρήτορα Λυκούργου έστησαν χάλκινο ανδριάντα του ποιητή στο θέατρο του Διονύσου. Κατά τον βιογράφο ο τραγικός ποιητής φαίνονταν σκυθρωπός, αυστηρός και αγέλαστος, εικόνα θεόπνευστου ποιητή.Σύνολο έργων Ο Ευριπίδης εκτός ενός επινίκιου προς τιμή του Αλκιβιάδη που νίκησε στο άρμα και μιας ελεγείας προς τιμή των πεσόντων Αθηναίων στις Συρακούσες, εποίησε 92 δράματα ή 23 τετραλογίες αλλά στα χρόνια των βιογράφων του σώζονταν μόνο τα 78 εκ των οποίων τα 8 ήταν σατυρικά. (Στην πίσω πλευρά του εις Λούβρο ανδριάντα αναγράφονται σε αλφαβητική σειρά 37 δράματα μέχρι του Ορέστη). Σήμερα είναι γνωστοί 81 τίτλοι έργων εκ των οποίων έχουν διασωθεί «πλήρη» 19 εξ ων 1 σατυρικό. Αν και η συγγραφική σταδιοδρομία του Ευριπίδη υπήρξε έντονη, εντούτοις επειδή προξένησε πολύ θόρυβο για την εποχή του, δεν τον επιδοκίμαζε ιδιαίτερα το κοινό, γεγονός που φαίνεται από το ότι ο Ευριπίδης αν και συμμετείχε πενήντα χρόνια στους δραματικούς αγώνες, βγήκε πρώτος σε αυτούς μόλις τέσσερις φορές. Για πρώτη φορά συμμετείχε σε ποιητικό αγώνα το 455 π.Χ., τρία χρόνια έπειτα από την “Ορέστεια” του Αισχύλου ( 358 π.Χ.), όπου βγήκε τρίτος (ο Ευριπίδης), διδάσκοντας το έργο «Πελιάδας» με το οποίο και έλαβε τις «τριτείες» και εφεξής δίδασκε μέχρι το τέλος του βίου του. Κατά το Πάριο μάρμαρο το 441 π.Χ. σε αγώνα αξιώθηκε των πρωτείων σε ηλικία μόλις 39 ετών. Ένα επίγραμμά του σώζεται στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 107). «σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ΄ απάντων Σωκράτης σοφότατος» (ο παρά του Πλάτωνα χρησμός, υπό τινός σχολιαστή μνημονευόμενος).(Πηγή: http://el.wikipedia.org/ )
Κωνσταντίνος Μπούρας (Μεταφραστής)
Ο Κωνσταντίνος Μπούρας γεννήθηκε το 1962 στην Καλαμάτα κι από το 1977 ζει στην Αθήνα. Συγγραφέας 40 εκδοθέντων βιβλίων, κριτικός θεάτρου και βιβλιοκριτικός. Είναι διπλωματούχος μηχανολόγος μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (1985), αριστούχος τού Τμήματος Θεατρικών Σπουδών τού Πανεπιστημίου Αθηνών (1994) και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος θεατρολογίας τού γαλλικού Πανεπιστημίου Paris III – La nouvelle Sorbonne (D.E.A. Etudes Théâtrales, 1998). Αριστούχος διδάκτωρ του Τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα (2019). Θεατρικά του έργα με αρχαιοελληνικά θέματα έχουν παρασταθεί σε θέατρα τής Ελλάδας και του εξωτερικού. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Συμμετέχει σε τηλεοπτικές εκπομπές για το βιβλίο και το θέατρο. Εκπονεί μεταδιδακτορική έρευνα στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα “Το δραματικό στοιχείο της σύγχρονης ελληνικής ποίησης στα χρόνια της Κρίσης (2008-2018)”.
Web-site: https://www.konstantinosbouras.gr