
Η Σπιτονοικικυρά
€13.78 Original price was: €13.78.€10.99Η τρέχουσα τιμή είναι: €10.99.
Σε απόθεμα (επιπλέον μπορεί να ζητηθεί κατόπιν παραγγελίας)
Βάρος | 0.216 κ. |
---|---|
Σελίδες |
136 |
Εκδότης | |
Έτος κυκλοφορίας | |
Συγγραφέας |
Fedor – Michajlovic Dostojevskij (Συγγραφέας)
Ρώσος συγγραφέας, κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1821 στη Μόσχα.Ο πατέρας του ήταν γιος κληρικού, και δεν ήταν αριστοκράτης. Σύμφωνα με την παράδοση της εποχής θα έπρεπε να γίνει και αυτός κληρικός, κατόρθωσε όμως να σπουδάσει ιατρική, έγινε στρατιωτικός γιατρός και με τη σταδιοδρομία του αυτή μπήκε στην κληρονομική αριστοκρατία. Φεύγοντας από τη στρατιωτική υπηρεσία τελείωσε την καριέρα του ως διευθυντής ενός πτωχοκομείου στη Μόσχα. Έτσι η κοινωνική αφετηρία του Ντοστογιέφσκι βρισκόταν κατά κάποιον τρόπο στο σύνορο της αριστοκρατίας και των Rasnotchinzen, (που κατά λέξη μεταφράζεται άνθρωποι από άλλη τάξη) οι οποίοι είναι άτομα του μη αριστοκρατικού μεσαίου στρώματος, με προσωπικές ικανότητες και επιτεύγματα, τα οποία είχαν κατορθώσει να αποκτήσουν πρόσβαση στο ανώτερο στρώμα, κυρίως ως καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, δάσκαλοι (ιδίως οικοδιδάσκαλοι), γιατροί, επίσης σε άλλα επαγγέλματα διανοουμένων που ως προϋπόθεση είχαν ένα υψηλότερο πνευματικό επίπεδο. Έτσι, ο πατέρας του ήταν «ευγενής πρώτης γενιάς κι από νομική άποψη ανήκε στα προνομιούχα ανώτερα στρώματα, χωρίς όμως κοινωνικό status.» Ο πατέρας του Ντοστογιέφσκι θα αγοράσει το 1831 ένα μεγάλο αγρόκτημα με τρία χωριά και για να εξασφαλίσει την οικογένειά του και για να έχει πρόσβαση στην αριστοκρατία. Έτσι ο νεαρός Φιοντόρ «δεν μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και στη στέρηση» αλλά μέσα σε συνεχείς οικονομικούς υπολογισμούς και παρατηρώντας την πραγματική φτώχεια στους ασθενείς του πτωχοκομείου. Ο πατέρας του θα δολοφονηθεί το 1839 επειδή ήταν ιδιαίτερα μισητός από τους χωρικούς λόγω του σκληροτράχηλου και αυταρχικού του χαρακτήρα. Ο Ντοστογιέφσκι ύστερα από μία αρχική κατ΄οίκον διδασκαλία πήγε οικότροφος σε δύο σχολεία στη Μόσχα, ένα από τα οποία γαλλικό. Όταν τέλειωσε το σχολείο συνέχισε τις σπουδές του στην Πετρούπολη σε κρατική στρατιωτική σχολή μηχανικών και για σύντομο χρονικό διάστημα άσκησε αυτό το επάγγελμα.
Το 1843 αποχωρώντας οριστικά από αυτό το επάγγελμα έλαβε την απόφαση να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία. Αυτό δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα μίας μακράς πορείας, η οποία ξεκινούσε από τα χρόνια της σχολικής εκπαίδευσής του: σταθερός ήταν ο προσανατολισμός του στη λογοτεχνία.
Τον Απρίλιο του 1849 ο Ντοστογιέφσκι συνελήφθη και πέρασε από έκτακτο στρατοδικείο. Η κατηγορία ήταν για συμμετοχή σε προδοτική συνωμοσία. Την άνοιξη του 1849 είχε προσχωρήσει σε μια πολιτικοφιλοσοφική λέσχη που έγινε γνωστή ως κίνηση Πετρασέφσκι ή οι Πετρασέφσκηδες. Η ποινή που επιβλήθηκε στον Ντοστογιέφσκι ήταν τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα και στρατιωτική υπηρεσία ως απλός στρατιώτης για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Στο δικαστήριο δεν αρνήθηκε ούτε τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του ούτε το ενδιαφέρον του για τον ουτοπικό σοσιαλισμό, ιδιαίτερα για τις ιδέες του Σαρλ Φουριέ ή τη διαμαρτυρία του για πολλά φαινόμενα της ρωσικής πραγματικότητας. Παρουσίασε τον εαυτό του ως έναν «αφελή-έντιμο ανθρωπιστή και λόγιο ο οποίος απέβλεπε στο γενικό καλό της ανθρωπότητας», κυρίως όμως ήθελε μέσα από την πλούσια βιβλιοθήκη των Πετρασέφσκι «να γνωρίσει τα νεότατα λογοτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης».
Το δικαστήριο δεν δέχθηκε αυτή του την εξήγηση και «ίσως είχε τους λόγους του να είναι δύσπιστο»[9] Έτσι από μεταγενέστερες μαρτυρίες είναι λ.χ. Γνωστό ότι συμμετείχε ενεργά στην προσπάθεια λειτουργίας παράνομου τυπογραφείου, ενώ «ευκαιριακά είχε δηλώσει πως ήταν διατεθειμένος να πάρει μέρος εν ανάγκη και σε μια ένοπλη εξέγερση». Στις 16 Νοεμβρίου 1849 ο Ντοστογιέφσκι και οι σύντροφοί του δικάστηκαν και καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Ακολούθησε ένας πόλεμος νεύρων με εικονικές εκτελέσεις και ατέλειωτες ώρες παραμονής σε μια πλατεία της Πετρούπολης, στις 22 Δεκεμβρίου του 1849, σε αναμονή του εκτελεστικού αποσπάσματος. Η ποινή του μετατράπηκε τελικά σε τετραετή εξορία και καταναγκαστικά έργα στο Ομσκ της Σιβηρίας. Το φθινόπωρο του 1855 έγινε υπαξιωματικός και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε αξιωματικό. Τον Μάρτιο του 1859 του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Ευρωπαϊκή Ρωσία, όχι όμως ακόμα στις μεγάλες πόλεις. Αυτό θα γίνει τον Δεκέμβριο του 1859. Την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας θα κάνει τον πρώτο του γάμο: γνωρίζει και παντρεύεται τον Φεβρουάριο του 1857 την Μαρία Ισάγιεβα που λίγο πριν είχε χηρέψει. Ήταν «μία πραγματικά μορφωμένη και με τον τρόπο της γοητευτική γυναίκα, συνάμα όμως έπασχε από ανίατο πνευμονικό νόσημα, νευρική και ευερέθιστη, προφανώς υστερική, αν όχι ψυχοπαθής.»
Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη και εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος γιά να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Την ίδια περίοδο εκδηλώθηκε το σχεδόν νοσηρό του πάθος για τα τυχερά παιχνίδια-ακριβώς ως αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής δυσχέρειας- που τον έφερε στο χείλος της υλικής και της σωματικής καταστροφής. Σε αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: Ο παίκτης, Οι αδερφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού “Πολίτης” και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία.
Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου 1881 στην Πετρούπολη σε ηλικία 60 ετών.
(Πηγή: http://el.wikipedia.org/ )
Γιώργος Κοτζιούλας (Μεταφραστής)
Γεννήθηκε στις 23 Απρίλη 1909 στην Πλατανούσα των Τζουμέρκων. Ήταν ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας του Κώστα και της Ευαγγελίας, που είχε άλλο ένα γιο και δυο κόρες. Ο πατέρας του τον ώθησε στα γράμματα. Έτσι, μετά το δημοτικό, τον έστειλε στο σχολαρχείο, στο κοντινό Καλέντζι, Ιωαννίνων (1920-22) κι ύστερα στο γυμνάσιο, στην Άρτα, μέχρι το 1926, οπότε έρχεται για εργασία και σπουδές στην Αθήνα. Εγγράφεται το 1927 στη Φιλοσοφική Σχολή, παίρνοντας αργότερα το πτυχίο. Εργάζεται σε περιοδικά κι εφημερίδες ως μεταφραστής, διορθωτής και γράφει ποιήματα, πεζά, επιφυλλίδες, κριτικές κ.α. Το 1931 τυπώνει στην Αθήνα την πρώτη του μελέτη: «Ο Στρατής Μυριβήλης κι η πολεμική λογοτεχνία» και το 1932 την πρώτη ποιητική του συλλογή: «Εφήμερα». Μένει σε υγρές και κρύες παράγκες με κακή διατροφή και η υγεία του κλονίζεται. Το 1932-33 επιστρέφει στο χωριό του για να συνέλθει και συγκεντρώνει πλούσιο λαογραφικό υλικό. Επιστρέφει στην Αθήνα, όπου συνεχίζει τις συνεργασίες του με περιοδικά. Δημοσιεύει διηγήματα, κριτικές ποιήματα, μεταφράζει ξένα δοκίμια, άρθρα, μελέτες, καθώς και Επιγράμματα από την Παλατινή Ανθολογία, το 1ο βιβλίο του Θουκυδίδη, από το 5ο και όλο το 8ο του Ηρόδοτου, τον «Αλκιβιάδη» του Πλουτάρχου, την «Βιογραφία του Μπέρναρ Σω», του Χάρρις, τους «Κιβδηλοποιούς» του Ζιντ και τη συνέχεια της μετάφρασης του έργου «Στα Καπνοτόπια» του Κόλντγουελ. Υπηρετεί το στρατιωτικό του. Η κακή διαβίωση και η σκληρή εργασία θα τον οδηγήσουν στη φυματίωση. Θα βρεθεί σε σανατόρια και εξοχές της Αττικής για να αναρρώσει. Το 1938-39 εκδίδει τρεις ποιητικές συλλογές και μία με πεζά: «Σιγανή φωτιά», «Δεύτερη Ζωή», «Γρίφος» και «Το κακό συναπάντημα και άλλα διηγήματα», αντίστοιχα. Παράλληλα εκδίδεται στις εκδόσεις Ζαχαρόπουλου η μετάφρασή του με σχόλια στην «Αθηναίων Πολιτεία» του Αριστοτέλη, ενώ παραδίδει για έκδοση τα «Αισώπου Μύθοι», «Πύρρος-Μάριος». Κατοχή στην Αθήνα. Το φθινόπωρο του ’41 επιστρέφει στο χωριό του. Μεταφράζει Αρχαίους και Λατίνους κλασικούς. Κρατά ημερολόγια ( 1941- 1948). Το 1943 εντάσσεται στο ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση της 8ης Μεραρχίας, ιδρύει τη «Λαϊκή Σκηνή» και γράφει θεατρικά έργα για την ψυχαγωγία των ανταρτών και των χωρικών. Ακολουθεί τον Άρη Βελουχιώτη. Γράφει ποιήματα και χρονικά. Το 1945 στη Λάρισα τυπώνει το πεζό «Θεσσαλικό παζάρι», ενώ το 1946 στην Αθήνα εκδίδει τις ποιητικές συλλογές: «Τρία ποιήματα προπολεμικά», «Ο Άρης» και «Οι πρώτοι του Αγώνα». Το 1948 συλλαμβάνεται. Νέες δυσκολίες και βιοτικά προβλήματα. Το 1950 παντρεύεται την Ευμορφία Κηπουρού και εκδίδει το δοκίμιο «Πού τραβάει η ποίηση;». Το 1951 γεννιέται ο γιος τους, ενώ το 1952 και 1954 εκδίδονται οι ποιητικές του συλλογές: «Φυγή στη Φύση» και «Ηπειρώτικα» και δημοσιεύει τις μεταφράσεις του 1ου βιβλίου του Φινλανδικού έπους «Καλεβάλα», στην «Ηπειρωτική Εστία» και τη «Λογοτεχνική Γωνιά» (1955) και των έργων: «Οι Άθλιοι», «Η Παναγία των Παρισίων», «Μαρία Στιούαρτ», «Μεγάλες Προσδοκίες», «Μπεν Χουρ», «Οι τρεις σωματοφύλακες», «Μυθιστορηματική βιογραφία του Σαρλό», «Οι γυναίκες στον έρωτα», «Τα Πανεπιστήμιά μου», «Η σπιτονοικοκυρά», «Ζαν Κερμόρ», «Το παιδί του ελέφαντα». Όμως η υγεία του έχει κλονισθεί. Πεθαίνει από κρίση διαβήτη στις 29 Αυγούστου 1956.Μετά το θάνατό του θα εκδοθούν: «Άπαντα», τόμος 1ος 1956, ποίηση, τόμος 2ος 1957, πεζά, τόμος 3ος 1959, ποίηση από τις εκδόσεις «Δίφρος», β΄έκδοση το 2013, «Όταν ήμουν με τον Άρη», 1965, και «Θέατρο στα βουνά», 1976,από τις εκδόσεις «Θεμέλιο» και 2014, από τις εκδόσεις «Δρόμων», «Ανέκδοτα Γράμματα», 1980, (με τον Ε.Χ. Γονατά) από τις εκδόσεις «Κείμενα», «Μνήμη Γιώργου Κοτζιούλα και ανέκδοτα κείμενά του», 1981, από τη «Θεσσαλική Εστία», (παρουσίαση και επιμέλεια Μιχάλη Σταφυλά), «Μαρτυρίες του Γιώργου Κοτζιούλα από την περίοδο του εμφυλίου», από τις εκδόσεις «Δωδώνη», 1993 ( παρουσίαση και επιμέλεια Νίκου Κοσμά), «Αγαπητέ Κοτζιούλα», 1994, (επιλογή αλληλογραφίας με λογοτέχνες, επιμέλεια Ν. Μπάλτα) από τις εκδόσεις «Οδυσσέας» και «Αγαπητέ Στρατή…» (αλληλογραφία του Κοτζιούλα κ.α. με το Μυριβήλη, επιμέλεια Νίκης Λυκούργου) 2013, από τις εκδόσεις «Εστία». Το 2014 εκδίδονται το «Πικρή Ζωή και άλλα πεζογραφήματα», με εξώφυλλο του Α. Φασιανού, εκδόσεις «Νηρέας» και το «Γ. Κοτζιούλας: Ποιήματα, με χαρακτικά του Αλέκου Φασιανού», εκδόσεις «Μίμνερμος». Πολλά από τα έργα του έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί στα Αγγλικά, στα Γαλλικά, στα Ρωσικά, στα Γερμανικά, στα Πολωνικά, στα Ουγγρικά.