Η φήμη του πειρατού Νέγρου αφίχθη μέχρι των Παρισίων. Ιδού τι λέγει περί αυτού η εφημερίς των Παρισίων “Ο Τύπος” κατά μήνα Ιούλιον του 1851:
Υπάρχει σήμερον εις το Αρχιπέλαγος άτρομος τις πειρατής, όστις διαπράττει κακουργήματα μεθ’ υπερβαλλούσης επιτειδιότητος και φρονήσεως. Διαχέει τον τρόμον εις τους δυστυχείς ταξιδιώτας, τους μέλλοντας να διαπλεύσωσι το μέρος της θαλάσσης, ένθα ιδιαιτέρως εδρεύει. Φέρει δε όνομα Νέγρος, και πατρίδα κέκτηται εις Σάμον, ηλικίαν έχων 35 ετών, ωραίον ανάστημα, ευρείας ωμοπλάτας και κράσιν αυλητικήν.
Έχει οπαδούς της αρπαγής περί τους 15 ανθρώπους, αφοσιωμένους εις αυτόν, και λίαν ριψοκίνδυνους. Διαπλέει εντός ακάτιου δια κωπών και ιστίων, πλέοντος μετά ταχυτάτης κινήσεως. Υποδέχονται δε αυτόν οι κάτοικοι των νήσων εις όσας επέρχεται δια να εναποθέση τα αρπαγέντα εμπορεύματα. Κομψός και φιλόφρων προς τας γυναίκας, προσφέρει εις αυτάς ωραία δώρα, τα οποία εις αυτόν βεβαίως δεν έχουσι πολλήν αξίαν, και ευαρεστείται πολύ να προσελκύει την εύνοιαν αυτών δι’ ασμάτων, τα οποία αυτός συνοδεύει δια του μαντολίνου.
Οφείλομεν να το είπωμεν προς έπαινον του πειρατού τούτου, ότι δεν είναι αιμοχαρής. Μέχρι σήμερον δεν υπάρχει παράδειγμα ότι έχυσε μίαν ρανίδα αίματος. Πρέπει να πιστεύσωμεν επίσης ότι δεν εύρεν και αντίστασιν, άλλως δύναται να μεταχειρισθή την μακράν σπάθην του, ήτις κρέμαται σταθερώς περί την οσφύν του, και το ωραίον ζεύγος των πιστολιών του, τα οποία περικοσμούσι την ζώνην του.
Το παλιό πέτρινο σπίτι που κατοικούμε το σαρώνουν χίλιοι άνεμοι. Κάθε χειμώνα αλλά και στα καλοκαιριάτικα μελτέμια το κτίσμα ζωντανεύει, αντιδρά, βογκάει,δονείται λες και τρέφεται από τους ισχυρούς ανέμους που κατεβαίνουν ανεμπόδιστα στο Αρχιπέλαγος κι έρχονται από χώρες βορινές και παγωμένες. Κι όταν ο αέρας ξεπερνάει τα εννέα και δέκα μποφόρ και αρχίζει ένας μόνιμος γδούπος πάνω στα βορινά ντουβάρια, τότε μπλέκεται και σφυρίζει στις κορυφές των δέντρων, τρεμουλιάζει και πάλλεται στα πατζούρια της μπαλκονόπορτας,στριμώχνεται κάτω από χαραμάδες και μαζί τρυπώνουν καμπανοκρουσίες, ερωτικά τραγούδια χωρισμού, καλπασμοί αλόγων, μυρωδιές από γυναικεία χείλη.
Τέος Ρόμβος (Συγγραφέας)
Ο Τέος Ρόμβος ήρθε στον κόσμο το 1945 στην Αθήνα. Νυχτερινά σχολεία, ξύλο με παρακρατικούς, διάφορες δουλειές, αλητεία. Μπαρκάρισε στα καράβια το 1961, έζησε κατά διαστήματα στη Λατινική Αμερική, στην Ιαπωνία, στις Ηνωμένες Πολιτείες κι αλλού. Μονιμότερη διαμονή στη Γαλλία (1966-1969), στη Γερμανία (1969-1974 και 1987-1991), στην Αθήνα (1974-1981), στο Κρανίδι Πελοποννήσου (1981-1984), στην Αφρική (1984-1985) και σε όλα τα μεσοδιαστήματα στην Αθήνα. Από το 1993 ζει στην Απάνω Χώρα της Σύρου. Στη Γαλλία παρακολουθεί μαθήματα κινηματογράφου και κάνει τις πρώτες του πειραματικές ταινίες. Αργότερα στη Γερμανία: παρέες με γερμανούς λογοτέχνες, ταινίες που δεν τελειώνουν ποτέ· εργάζεται στη γερμανική τηλεόραση· γράφει σενάρια και κασέτες με λογοτεχνία. Στην Αθήνα της μεταπολίτευσης, ανοίγει το βιβλιοπωλείο “Οκτάπους” και κάνει εκδόσεις. Εκδότης του περιοδικού “Τρύπα”. Εργασίες του δημοσιεύονται σε περιοδικά και εφημερίδες. Εξέδωσε τα βιβλία “Τηλεφυματίωση” (1976), “Τρία φεγγάρια στην πλατεία” (1985), “Πλάνος δρόμος” (1987), “Ασσασίνοι του Βορρά, Δροσουλίτες του Νότου” (1991), “Κείμενο Πάθος” (1995), “Ίχνη” (2002), “Άνθη της πέτρας” (2003), “Κρυφά ταξίδια” (2005), “Πλωτίνος Ροδοκανάκης, ένας Έλληνας αναρχικός” (2006). Συμμετέχει ενεργά στο Δίκτυο Αιγαίου και στο ηλεκτρονικό περιοδικό Εύπλοια: http://www.eyploia.gr/