Γιατί άραγε ο μη καταδικασθείς, αυτός δηλ. στον οποίο δεν επιβλήθηκε ποινή, «να λέγεται» αθώος, και όχι ενδεχομένως κάπως αλλιώς; και τι είναι αυτή η δίζηση, την οποία, ως ένσταση, δικαιούται να προτείνει ο εγγυητής κατά του δανειστή, αρνούμενος να καταβάλει την οφειλή που έχει εγγυηθεί εωσότου ο δανειστής επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση εναντίον του πρωτοφειλέτη και αυτή αποβεί άκαρπη (ΑΚ 855); Ἀρχή σοφίας ὀνομάτων ἐπίσκεψις (Αντισθένης): αθώος < αρχ. ἀθῷος < ἀθώϊος < στερ. ἀ + θωή (= ποινή) < ρ. τίθημι, και αυτός στον οποίο δεν επιβλήθηκε ποινή (θωή) μόνον αθώος μπορεί και είναι. και δίζηση < αρχ. δίζησις < δίζημαι (= ζητώ μεταξύ πολλών, αναζητώ, επιδιώκω) < ρίζ. του δύο, δις + ζητώ, επομένως εξέταση, ζήτηση, επιδίωξη, που ως ένσταση επιβάλλει στον δανειστή να επιδιώξει την ικανοποίηση της αξιώσεώς του στρεφόμενος πρώτα εναντίον του πρωτοφειλέτη. Τις απαντήσεις αυτές και τις αντίστοιχες απαντήσεις για την ιστορία, την αρχική ρίζα και σημασία 650 περίπου κύριων νομικών όρων, που μαζί με τους παράγωγους και σύνθετους νομ. όρους υπερβαίνουν τους 1000, θα βρει ο ενδιαφερόμενος στο παρόν λεξικό, που έρχεται να καλύψει ένα κενό που υπάρχει στα γλωσσικά νομικά μας πράγματα. Και όχι μόνο. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί επίσης να βρει στο λεξικό (υποσημειώσεις) πλείστες όσες πληροφορίες για την ιστορία καθ’ εαυτήν πολλών νομικών όρων: από τον όρο ἀπoρρωγάς (η, γεν. -άδος) στον όρο πρόσκλυσις (-η) και από αυτόν στον περιφραστικό όρο απόσπαση παραποτάμιου τμήματος του σημερινού ά. 1070 του ΑΚ, και από την Ἀθηνᾶς ψῆφον της Αρχαιότητας και την πανάρχαια επίσης και θεμελιώδη δικαιϊκή αρχή in dubio pro reo «ἐν αμφιβολία ὑπέρ τοῡ κατηγορουμένου» που διέπει την ποινική δίκη ως την πρόσφατη, πλην μη αναγκαία (μάλλον όλως περιττή), ρητή νομοθετική της πρόβλεψη (ά. 178 § 3 του ΚΠΔ)…, δύο από τα πολλά, επιπλέον, πέραν της ετυμολογίας, θέματα, με τις σχετικές πληροφορίες, που αφορούν τους νομικούς όρους του λεξικού.
Αργύριος Ν. Σταυράκης (Συγγραφέας)
Ο Αργύρης Σταυράκης γεννήθηκε στη Λογγά Μεσσηνίας, όπου τελείωσε Δημοτικό και Γυμνάσιο–Λύκειο. Σπούδασε Νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, και σε ηλικία τριάντα ετών έγινε δικαστής. Υπηρέτησε στο Δικαστικό Σώμα επί τριάντα επτά συναπτά έτη, τα πέντε τελευταία εκ των οποίων ως Αρεοπαγίτης. Το “Ετυμολογικό Λεξικό της Βασικής Νομικής Ορολογίας” έρχεται να καλύψει ένα κενό στα γλωσσολογικονομικά μας πράγματα, και είναι προϊόν (αποτέλεσμα) αλλά και κατάληξη μιας πολύχρονης, από την καθιέρωση της νεοελληνικής (δημοτικής) γλώσσας στον χώρο της δικαιοσύνης (1983), ενασχόλησης του συντάκτη τού Λεξικού με τη νεοελληνική νομική γλώσσα και ορολογία και αφού είχαν προηγηθεί σχετικά άρθρα σε νομικά περιοδικά και το βιβλίο του «Νεοελληνική Νομική γλώσσα και ορολογία» (τελευταία έκδοση Π. Ν. Σάκκουλας, 2010). Δημοσίευσε επίσης νομικά άρθρα και εξέδωσε τις μονογραφίες «Η παροχή διόδου κατά τα άρθρα 1012 – 1017 του ΑΚ» (3η έκδοση Π. Ν. Σάκκουλας, 2009) και «Διαταγή Πληρωμής και Διαταγή Αποδόσεως Μισθίου Ακινήτου» (Νομική Βιβλιοθήκη), ενώ, τέλος, εξέδωσε τα λογοτεχνικά βιβλία «Ο δικός μας ο χρόνος – ανάμεσα στα πουλιά και στα λουλούδια» και «Η τελευταία λειτουργία». Σήμερα είναι Αρεοπαγίτης ε.τ. και κατοικεί με την οικογένειά του στην Πάτρα.
(Πηγή: “Εκδόσεις Παπαζήση”, 2024)