Η Ελλάδα ανάποδα
Σωτήρης Μιχ. Χατζηγάκης
ISBN-13:
978-960-05-1635-7
Categories Κοινωνικές επιστήμες, Πολιτική / Οικονομία
€25.00 Original price was: €25.00.€22.50Η τρέχουσα τιμή είναι: €22.50.
Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Βάρος | 0.500 kg |
---|---|
Σελίδες |
556 |
Εκδότης | |
Έτος κυκλοφορίας | |
Συγγραφέας |
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΡΟΣΩΠΑ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το βιβλίο του Σωτήρη Χατζηγάκη “Η Ελλάδα ανάποδα” δεν αναλύει την οικονομική κρίση μονοδιάστατα, ως ένα δηλαδή δυσπλασιακό φαινόμενο του ελληνικού πολιτικού συστήματος, αλλά προσεγγίζει το θέμα σε βάθος μέσα από ένα παγκόσμιο πρίσμα, οι διαθλάσεις του οποίου δεν είναι μόνον οικονομικές και πολιτικές αλλά και κοινωνικές και ιστορικές. Είναι προϊόν εκτεταμένης έρευνας. Καταβλήθηκε μάλιστα σημαντική προσπάθεια ώστε να είναι άρτια τεκμηριωμένο (περιλαμβάνει πάνω από 700 υποσημειώσεις και παραπομπές). Ο συγγραφέας, παρότι είναι ένας πολιτικός που ανήκει στην κεντροδεξιά (ΝΔ) και έχει υπηρετήσει για τέσσερις περίπου δεκαετίες τη χώρα του από θέσεις ευθύνης, προσπάθησε να σταθεί με αντικειμενικότητα και νηφαλιότητα απέναντι στα γεγονότα και τις εξελίξεις. Δικαιώνεται, μάλιστα, για τις θέσεις και τις απόψεις τις οποίες είχε εκφράσει σε ανύποπτο χρόνο.
Όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο Σ. Χατζηγάκης, διανύουμε την εποχή της καλούμενης “μεταπολιτικής” (ή της “μεταδημοκρατίας”). Το φαινόμενο αυτό εκτοπίζει την πολιτική, ανατρέπει βασικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να “αισθάνεται λιγότερο πολίτης και περισσότερο καταναλωτής”. Αυτό το ομιχλώδες τοπίο χαρακτηρίζεται από το έλλειμμα διανόησης, την πολιτική κενότητα, την αποθέωση της εικόνας και της επικοινωνίας και τον αποϊδεολογικοποιημένο πολιτικό λόγο και αποτελεί μια από τις βασικές αιτίες της βαθιάς κρίσης που πλήττει σήμερα τον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά, όπως σημειώνεται στο βιβλίο του Σωτήρη Χατζηγάκη, οι λόγοι που έκαναν την ελληνική κρίση τόσο έντονη είναι πολλοί και διαχρονικοί. Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στην ελληνική ιστορία, ο συγγραφέας εντόπισε ορισμένες πηγές των διαχρονικών αδυναμιών του ελληνικού κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας του – αιτίες οι οποίες δεν του επέτρεψαν να έχει την ίδια εξέλιξη όπως άλλα κράτη του δυτικού κόσμου.
Συγκεκριμένα, μέχρι την Μεταπολίτευση το ελληνικό κράτος διήνυσε ελάχιστες ειρηνικές περιόδους και διαλείμματα πολιτικής ηρεμίας. Ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης όπως η μεταπολεμική, “εγχώριοι παράγοντες και ο Ψυχρός Πόλεμος δεν επέτρεψαν σημαντική πρόοδο όχι μόνο σε ότι αφορά την οικονομία και τη δημοκρατική διαχείριση αλλά και τη φιλελευθεροποίηση της δημόσιας ζωής” τονίζει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.
Η σοβαρότερη αποτυχία όλων των ελληνικών κυβερνήσεων ήταν ότι δεν μπόρεσαν να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και λειτουργικό κράτος το οποίο, πέρα από τις καλές υπηρεσίες που θα προσέφερε και το αίσθημα ασφάλειας που θα παρείχε στους πολίτες, θα συνέβαλε και στην ενίσχυση της οικονομίας αλλά και θα μπορούσε να τιθασεύσει και τη γιγάντωση του πελατειακού συστήματος. Οι αδυναμίες όμως του ελληνικού κράτους υπήρξαν καθοριστικές στην αποτροπή δημιουργίας μιας πραγματικής αστικής κοινωνίας που θα συνέβαλε, μεταξύ άλλων, και στη θετική έκβαση της οικονομικής κρίσης.
Όταν διαφάνηκε πως η παγκόσμια κρίση θα έπληττε και την Ελλάδα και ενώ κανείς θα περίμενε ότι η εθνική συνεννόηση θα ήταν αυτονόητη, o Γιώργος Παπανδρέου απέρριψε κάθε πρόταση συναίνεσης της τότε κυβέρνησης Καραμανλή για την λήψη και την εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων για την προστασία της ελληνικής οικονομίας. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η κυβέρνηση Καραμανλή είχε λάβει τρεις φορές μέτρα (σε μια περίοδο που τη λήψη τέτοιων μέτρων ακολουθούσε θύελλα αντιδράσεων) για την προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στα νέα δεδομένα.
Ο Σωτήρης Χατζηγάκης, ως έμπειρος πολιτικός, πιστεύει πως υπάρχει εναλλακτική πρόταση. Κατά τη νεοκεϋνσιανή θεωρία, την οποία και υιοθετεί, μια βαθιά οικονομική ύφεση, όπως και η σημερινή, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων και αύξηση της φορολογίας. Ανακόπτεται μόνον με μια σοβαρή και συνετή κεϋνσιανή πολιτική αναθέρμανσης της οικονομικής δραστηριότητας, με την τόνωση της ζήτησης και την προώθηση κυρίως των δημόσιων επενδύσεων με στόχο την τόνωση του ιδιωτικού τομέα, και τη στήριξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας η οποία θα επιτρέψει την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Ο συγγραφέας παραδέχεται, βέβαια, πως δεν αρκεί (και δεν μπορεί) να ακολουθήσει η Ελλάδα μόνη της τον κεϋνσιανό δρόμο του ήπιου φιλελευθερισμού. Θα πρέπει, λοιπόν, πρώτιστα, η ίδια η Ευρώπη να υιοθετήσει ένα διαφορετικό μοντέλο πολιτικής. Η ΕΕ όμως ακολουθεί σήμερα έναν αντίθετο δρόμο, και έτσι το ευρωπαϊκό όνειρο θάφτηκε κάτω από τους αριθμούς και τους δημοσιονομικούς κανόνες. Η Ευρώπη εγκλωβίστηκε μέσα σ’ ένα πλέγμα ακραίων εθνικών στρατηγικών, και συμβιβάστηκε με μια άχαρη, ατελή ένωση, που δεν αποδίδει τα αναμενόμενα στους πολίτες της και πλέον σήμερα δεν συγκινεί κανέναν.
Επίσης, το προσφυγικό ρεύμα, αυτή η ανθρώπινη τραγωδία, επανέφερε μια ξενοφοβία που η Ευρώπη είχε ξεχάσει και η οποία σήμερα τροφοδοτεί τη μισαλλοδοξία και τον εθνικό ρατσισμό, -μια κατάσταση την οποία εκμεταλλεύεται η ακροδεξιά, όπως εύλογα υπογραμμίζει ο συγγραφέας.
Τελικά το βιβλίο αυτό του Σωτήρη Χατζηγάκη θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς τολμηρό και ειλικρινές μανιφέστο που απαντάει “έξω από τα δόντια” σε μεγάλα και μικρά ερωτήματα, όπως π.χ., τι είναι η σημερινή κρίση; Είναι τελεολογική και νομοτελειακή; Αποτελεί καθαρά ελληνικό φαινόμενο ή είναι συστημική και παγκόσμια; Οι γενεσιουργές της αιτίες εκκολάφθηκαν πρόσφατα ή ανατρέχουν στη διαχρονικά ευάλωτη ελληνική κοινωνία; Οι συνταγές που χορηγήθηκαν για την αντιμετώπισή της ήταν οι κατάλληλες ή θα έπρεπε να υπάρξει ένας άλλος, εναλλακτικός δρόμος; Και επίσης: ποιες οι ευθύνες της ελληνικής πολιτικής, των ελίτ μας, αλλά και του ίδιου του λαού μας; Και τελικά: υπάρχει διέξοδος; Και ποια και πώς;
Το κείμενο αυτό κινείται ιδεολογικά σ’ ένα καινούργιο ιδεολογικό χώρο, εκείνο του “αντισυστημικού κεντρώου” και απευθύνεται στο λογικό του αναγνώστη και όχι στο θυμικό του, ενώ ένας έντονος σκεπτικισμός διατρέχει τις σελίδες του. Παρόλα αυτά, η γλώσσα του είναι διαπεραστική σαν “ξίφος” και δεν χαρίζεται σε κανέναν. Ένα από τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιεί είναι η ιστορική γνώση μέσα από την οποία επιχειρεί να ανιχνεύσει την πραγματική αλήθεια.
Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από έναν έμπειρο πολιτικό του “μεσαίου χώρου” ο οποίος ωθήθηκε στη συγγραφή του, εκτελώντας μια εσωτερική προσταγή: “Αν κάποιος δεν θέλει να του φορτώσουν τον φόνο, θα πρέπει ο ίδιος να βρει τον δολοφόνο”. Γιατί σήμερα όποιος “φόνος” γίνει στη “γειτονιά”, υπεύθυνος θεωρείται αυτός που ζει γύρω!
ΠΡΟΣΩΠΑ