Οι λαοί δεν έχουν μόνο ήρωες, έχουν και καθάρματα. Στην ιστορία ενός τόπου δεν ανήκουν μόνο οι ήρωες, ανήκουν και τα καθάρματα, που κι αυτά γράφουν ιστορία. Εν πάση περιπτώσει, η ιστορία ενός τόπου δεν είναι μόνο μια σειρά από θετικά γεγονότα. Άλλωστε, σε μια διαλεκτική αντίληψη των πραγμάτων, αν δεν υπήρχε άρνηση δεν θα υπήρχε ούτε κατάφαση.
Τούτη η συνοπτική ιστορία της Ελλάδας από το 1830 μέχρι το 1974, που γράφτηκε για να είναι κατ’ αρχήν ένα ευχάριστο ανάγνωσμα, επιμένει περισσότερο στα αρνητικά παρά στα θετικά γεγονότα της ιστορίας μας. Δίνει δηλαδή μεγαλύτερη σημασία στους προδότες, τους δωσίλογους όλων των περιόδων και τους πατριδοκάπηλους που δεν έλειψαν ποτέ, παρά σ’ αυτούς που νοιάστηκαν ειλικρινά για τούτον τον δύσμοιρο τόπο, που συνεχίζει να υποφέρει από έλλειψη ιστορικής ειλικρίνειας.
Οι ρήτορες των δύο εθνικών επετείων, που είναι δύο ίσως γιατί μία δε φτάνει για να καταλάβουμε πως είμαστε Έλληνες, δε θα βρουν τίποτα χρήσιμο γι’ αυτούς σε τούτο το βιβλίο. Οι δάσκαλοι όμως θα μπορούσαν κάλλιστα να το χρησιμοποιήσουν σαν βοήθημα αλλά και σαν συμπλήρωμα στις επισήμως λογοκριμένες σχολικές ιστορίες, που στοχεύουν μάλλον στην αποβλάκωση παρά στην εγρήγορση των Ελληνοπαίδων, που όντας βουτηγμένα από τρυφεράς ηλικίας στο θεσμοθετημένο ιστορικό ψέμα θα ήταν παράλογο να περιμένει κανείς να γίνουν κάποτε υπεύθυνοι και έντιμοι πολίτες ενός κράτους γεμάτου απατεώνες.
Αυτό το βιβλίο αγαπάει την Ελλάδα. Και γι’ αυτό δεν την κολακεύει. Λέει τα σύκα σύκα και τους προδότες προδότες και όχι εθνικούς ήρωες. Θα μπορούσε να έχει τίτλο “Αρνητική Ιστορία της Νέας Ελλάδας”, αν η άρνηση δεν ήταν αναγκαία για την κατάφαση. Συνεπώς, αυτό το βιβλίο στοχεύει την κατάφαση μέσα από την άρνηση, κατά την προτροπή του Τέοντορ Αντόρνο.
Βασίλης Ραφαηλίδης (Συγγραφέας)
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης γεννήθηκε το 1934 στα Σέρβια της Κοζάνης και πέθανε στην Αθήνα τον Σεπτέμβρη του 2000. Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε κινηματογράφο και δούλεψε σαν βοηθός του Ν. Κούνδουρου και του Ρ. Μανθούλη. Το 1964-65 βρέθηκε στην Αλγερία κοντά στον Μιχάλη Ράπτη. Έγινε επαγγελματίας κινηματογραφικός κριτικός στη “Δημοκρατική Αλλαγή” (1965). Συμμετείχε στην εκδοτική ομάδα των περιοδικών “Ελληνικός Κινηματογράφος” (1966) και “Σύγχρονος Κινηματογράφος” (1968). Εργάστηκε σαν κινηματογραφικός κριτικός και ρεπόρτερ στο “Βήμα” (1974-1983) και στο “Έθνος” (1983-1998) σαν κινηματογραφικός κριτικός, σχολιογράφος και επιφυλλιδογράφος. Επιφυλλίδες ήταν και οι τελευταίες του δημοσιεύσεις στην “Ελευθεροτυπία”.