Στο πλαίσιο αυτού του πονήματος, αναζητήσαμε τη διαπλοκή κοινωνίας και κτισμένου χώρου σε μία ιστορική επαναστατική περίοδο, σε αυτήν της προλεταριακής επανάστασης του 1917. Και αυτό επειδή θεωρούμε ότι σε μία τέτοια ιστορική φάση ανατροπών και ριζοσπαστικών αλλαγών η διαλογική σχέση κοινωνίας και κατοικημένου χώρου αγγίζει οριακές τιμές εκδιπλώνοντας πολλαπλές πτυχές της συνδιαλλαγής των κοινωνικών πρακτικών, των
ιδεολογικο-πολιτικών προβολών και του χώρου. Επιλέξαμε να εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας στον El Lissitzky, από τις πλέον χαρακτηριστικές προσωπικότητες, με πρωτοποριακό αρχιτεκτονικό πειραματικό έργο. Η αναζήτηση του νέου χώρου’ που θα ανταποκρίνονταν στη νέα κοινωνική επαναστατική συνθήκη’ υπήρξε η συνεχής, αδιάλειπτη προσπάθειά του να συμβάλει με την ιδιότητά του στην υλοποίηση των στόχων της επανάστασης. Η διδασκαλία του στη Λαϊκή Σχολή Τέχνης του Vitebsk την περίοδο 1919-1921 στο πλαίσιο της συνεργασίας του με τον Malevich και των συνομιλιών του με τον Bakhtin, σημάδεψε το πρωτοποριακό έργο του. Στα Prouns και στις μουσειολογικές προτάσεις του μετατρέπει τον χώρο του θεατή σε βιωματικό τόπο πολλαπλών εμπειριών όπου χώρος-τέχνη-και-θεατής’ διαπλέκονται και συναποτελούν ένα ενιαίο δυναμικό πεδίο ανολοκλήρωτο, διαρκώς μεταβαλλόμενο. Το έργο αυτό προσφέρεται σήμερα για δυναμικές αναθεωρήσεις μέσα σε μία προοπτική επαναδιαπραγμάτευσης του κατοικημένου χώρου. Με αναφορές στον Lissitzky, σύγχρονοι αρχιτέκτονες ανατρέπουν ισχύοντες κανόνες και συμβολισμούς καλώντας το υποκείμενο σε μία διαδραστική κατοίκηση του χώρου. Ωστόσο, αυτή η τροπικότητα του απροσδόκητου τεταμένου παιγνιώδους σκηνοθετεί και εμπλέκει αποκλειστικά το ατομικό βίωμα και εξαντλείται στο κλειστό εσωστρεφές περίγραμμα της έκφρασης εαυτού. Αντίθετα, η πειραματική αρχιτεκτονική του Lissitzky, συντονισμένη με την κοινωνική επαναστατική συνθήκη της εποχής του, αναμετράται με τις διαλογικές ποιότητές της στην αλλοτρίωση του υποκειμένου δοκιμάζοντας όχι μία νέα σκηνική αντίληψη αλλά μία νέα κοινωνικο-χωρική διαδραστική συμμετοχική συνθήκη ύπαρξης.
Κυριακή Τσουκαλά (Συγγραφέας)
Η Κυριακή Τσουκαλά σπούδασε αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη (1972-74) και στη Γενεύη (1974-78). Έκανε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στην κοινωνιολογία και την ψυχολογία του χώρου στο Παρίσι. Εκπόνησε δύο διδακτορικές διατριβές σε θέματα ψυχολογίας και αρχιτεκτονικής σε πανεπιστήμια της Γαλλίας καθώς και διατριβή επί υφηγεσία στην οργάνωση του χώρου και την πολεοδομία στο Universite Paris X-Nanterre. Σήμερα είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μέλος της ερευνητικής ομάδας “Environnement urbain: Processus cognitifs et representations” του Πανεπιστημίου Universite Paris X-Nanterre. Εξειδικεύτηκε στη σχέση του παιδιού με το κτισμένο περιβάλλον στην κλίμακα του αρχιτεκτονικού και αστικού χώρου. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα επικεντρώθηκαν στις ψυχοκοινωνικές ποιότητες του σχολικού περιβάλλοντος και του ανοικτού δημόσιου χώρου. Τελευταία ασχολείται με την ταυτότητα των νέων μορφών “δημόσιου” χώρου που χαρακτηρίζουν τις (μετα)πόλεις στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης μέσα από τη μελέτη της συμπεριφοράς των ατόμων.