Η ΤΣΟΥΚΙΚΟ ΚΟΝΤΕΥΕΙ ΤA ΣΑΡΑΝΤΑ, εργάζεται σε γραφείο και ζει μόνη της. Ένα βράδυ, σ’ ένα μπαρ, συναντά τυχαία τον καθηγητή της των ιαπωνικών από το σχολείο, τον «Σενσέι». Είναι τουλάχιστον τριάντα χρόνια μεγαλύτερός της και συνταξιούχος. Μετά από αυτή την πρώτη συνάντηση, οι δυό τους βρίσκονται περιστασιακά, συνήθως στο ίδιο μπαρ. Τρώνε και πίνουν σακέ μαζί, και καθώς περνούν οι εποχές –από τη γιορτή των ανθισμένων κερασιών την άνοιξη μέχρι το μάζεμα μανιταριών το φθινόπωρο– η Τσούκικο και ο Σενσέι αναπτύσσουν μια συγκρατημένη οικειότητα, που σταδιακά εξελίσσεται αμήχανα, αδέξια και συγκινητικά σε τρυφερή αγάπη.
Μέσα από την αφήγηση διαφορετικών επεισοδίων, παρακολουθούμε πως, με εξαιρετική λεπτότητα, γλυκύτητα, χιούμορ και ενίοτε σε ονειρική ατμόσφαιρα, αναπτύσσεται και χτίζεται η σχέση αγάπης δύο μοναχικών ανθρώπων από διαφορετικές γενιές, με τις δικές του ιδιορρυθμίες ο καθένας, σε ένα μυθιστόρημα που φέρνει κοντά την καθημερινή ζωή στη σύγχρονη Ιαπωνία με τον ρομαντισμό του παρελθόντος.
Περιλαμβάνεται η ιστορία δώρο Parade, η οποία αναπλάθει μια συνηθισμένη νωχελική καλοκαιρινή μέρα από τη ζωή αυτού του ασυνήθιστου ζευγαριού.
Η Καουακάμι ξεδιπλώνει έναν κόσμο, αναδημιουργεί στιγμές από τη ζωή των δύο χαρακτήρων, που διαφεύγουν και από την ίδια ως συγγραφέα, μέσα από μια μοντέρνα ιστορία που συνδυάζει αναφορές σε λαϊκούς μύθους και στην παιδική ηλικία.
Άλλωστε στον Επίλογο παραδέχεται ότι συχνά αναρωτιέται τι συμβαίνει στους χαρακτήρες της όταν τελειώνουν οι ιστορίες της; Είναι το τέλος του βιβλίου το τέλος των ιστοριών τους;